ΚΑΝΕΝΑΣ ΕΦΗΣΥΧΑΣΜΟΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΝΤΙΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΝΟΜΩΝ

ΚΑΝΕΝΑΣ ΕΦΗΣΥΧΑΣΜΟΣ

 

Στις 31 Μαΐου 2017 τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που αφορούσε «Μέτρα Θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και λοιπές διατάξεις».

Οι «λοιπές διατάξεις» αφορούν τροποποιήσεις του άρθρου 187 («εγκληματική» οργάνωση) και 187Α («τρομοκρατική» οργάνωση) του ποινικού κώδικα.

Πιο συγκεκριμένα, αναφέρονται σε όποιον και όποια «δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί η διεγείρει» σε μια σειρά πράξεων, όπως σε «συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης ή ένταξης σε τέτοια», σε «διάπραξη εγκλημάτων», σε «εκπαίδευση ή χρήση εκρηκτικών κ.ά.» και σε «παροχή οδηγιών για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση».

Το καθεστώς εμπλουτίζει – θωρακίζει το νομικό του οπλοστάσιο απέναντι σε όποιον/α αντιστέκεται όχι μόνο με πράξεις αλλά και με τον δημόσιο λόγο του. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις προτεινόμενες διατάξεις η διατυπωμένη δημόσια θέση που επικροτεί μια ένοπλη ενέργεια, ακόμη και η αναδημοσίευση μιας ανάληψης ευθύνης, πολύ δε περισσότερο όταν δημοσιεύει θετικά σχόλια για τη δράση μιας επαναστατικής οργάνωσης, αρκούν για να βρεθεί κατηγορούμενος και να καταδικαστεί για φρονηματικούς λόγους.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ακολουθώντας πιστά τα βήματα των προκατόχων της επεκτείνει την «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία σε μια εμφανή προσπάθεια να χτυπηθούν πολιτικά οι αντίπαλοι του καθεστώτος που συνιστούν απειλή για την εμπέδωση «του νόμου και της τάξης», ειδικά σήμερα σε καιρούς οικονομικής και κοινωνικής εξαθλίωσης, στην εποχή των μνημονίων. Γι’ αυτό και οι «αντιτρομοκρατικοί» νόμοι βρίσκονται στην καρδιά της κατασταλτικής πολιτικής του κράτους, στοχεύοντας κύρια τις ένοπλες οργανώσεις και παράλληλα παρέχουν το πλαίσιο για την αναβάθμιση της ποινικής καταστολής απέναντι σε ένα σύνολο πολιτικών δραστηριοτήτων, τέτοιων που δεν περιορίζονται στα στενά πλαίσια της αστικής νομιμότητας. Η επέκταση της «αντιτρομοκρατικής» νομοθεσίας αποτελεί την έμμεση παραδοχή της ήττας του κράτους να χτυπηθούν ουσιαστικά οι ένοπλες οργανώσεις, να απομονωθούν πολιτικά, να απωλέσουν τα όποια κοινωνικά ερείσματα έχουν.

Μετά τη δημόσια κατακραυγή που υπήρξε τόσο για το περιεχόμενο των συμπληρωματικών διατάξεων, όσο και τον τρόπο που προσπάθησε η κυβέρνηση να το περάσει από το παράθυρο, αναγκάστηκε σε σχετική υποχώρηση αποσύροντας τες από την δημόσια διαβούλευση με σκοπό να τις «επεξεργαστεί καλύτερα ώστε να μην υπάρχουν ασάφειες». Αποκαλύπτοντας παράλληλα ότι αυτές αποτελούν κοινοτική οδηγία που είναι υποχρεωτική για τα κράτη – μέλη. Το γεγονός αυτό δεν αφήνει κανένα περιθώριο εφησυχασμού, αφού σύντομα θα βρεθούμε ξανά αντιμέτωποι με μια νέα προσπάθεια της κυβέρνησης να υλοποιήσει την τόσο «βολική» κοινοτική οδηγία, πόσο μάλλον σε μια περίοδο όπως η σημερινή, που υπάρχει ένταση των επιθέσεων από τις ένοπλες οργανώσεις σε μια σειρά στόχους, που συνοδεύονται από μία ευρεία κοινωνική αποδοχή. Η ύπαρξη αυτής της αποδοχής από την στιγμή που δεν μπορεί να καμφθεί για να επέλθει η επανενσωμάτωση θα πρέπει να τρομοκρατηθεί για να σιωπήσει, υπό τη διαρκή απειλή της ποινικής αντιμετώπισης.

 

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΟΜΟΝΟΜΩΝ

ΑΓΩΝΑΣ ΜΕ ΚΑΘΕ ΜΕΣΟ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

 

Συνέλευση Αλληλεγγύης για τους πολιτικούς κρατούμενους,

τους φυλακισμένους και διωκόμενους αγωνιστές