το τίμημα του οράματος Χρίστος Δαγκλής
Κατάληψη GARE
2 Νοέμβρη 2016
Δυο εβδομάδες πίσω και χίλιοι ορίζοντες μπροστά
Γκάρε. Όνομα ενός βουνού στο Κουρδιστάν, στην οροσειρά Καντίλ. Το σημείο συνάντησης των τουρκικών, ιρακινών και συριακών συνόρων. Έδαφος απρόσιτο για τους κατοχικούς στρατούς των κρατών της περιοχής, αλλά ασφαλές πέρασμα και τόπος συνάντησης των επαναστατημένων. Στο Γκάρε συγκεντρώνονται τα αυτόνομα ταμπούρια των νέων αγωνιστών.
Η κατάληψη GARE γεννήθηκε την Πέμπτη 20 Οκτώβρη 2016. Στις πρώτες δυο εβδομάδες πραγματοποιήθηκε ένας κύκλος ανοιχτών ενημερώσεων και συζητήσεων συναρτημένων στους πολιτικούς στόχους του εγχειρήματος και σε τρέχοντες αγώνες: Συζητήσεις για την συνομοσπονδιακή αντίληψη των καταλήψεων, για την αντιστασιακή/εξεγερσιακή ιστορία των Εξαρχείων και για τα καθήκοντα της κατάληψης μέσα στον αγώνα της γειτονιάς. Προβολές κι ενημερωτικές συζητήσεις για τον αγώνα ενάντια στη σκλαβιά στις φυλακές των ΗΠΑ και για την διεθνιστική επαναστατική πάλη σε Τουρκία και Β.Συρία. Επίσης, η κατάληψη συνεκάλεσε στην συγκέντρωση για την απελευθέρωση του Λιβανέζου αγωνιστή Ζωρζ Ιμπραχίμ Αμπνταλλά, που βρίσκεται αιχμάλωτος στις γαλλικές φυλακές επί τρεις δεκαετίες.
Όλες αυτές τις μέρες ο χώρος ήταν ανοιχτός για τους συντρόφους και τους γείτονες, που ήρθαν με ενθουσιασμό να συνδράμουν τη νέα εστία αντίστασης κι αυτοοργάνωσης. Εξίσου ανοιχτά υποδεχτήκαμε και τους ελάχιστους αρνητικά προκατειλημμένους περίοικους. Οι συλλογικότες αγώνα οφείλουν να λογοδοτούν χωρίς διακρίσεις δημόσια, παρότι το κοινωνικό σώμα υπάρχει προς το παρόν μόνο σπερματικά μέσα στην αντίσταση. Η στάση των αναρχικών είναι επαναστατική εφόσον αναγνωρίζει τον καθένα ως δυνάμενο συμμετοχής στην εξισωτική αυτοθέσμιση που θεμελιώνεται με την προλεταριακή αυτοοργάνωση.
Το απόσταγμα των πρώτων ημερών είναι η ευρεία ανταπόκριση στα ιδιαίτερα πολιτικά χαρακτηριστικά του νέου εγχειρήματος: Στην ανοιχτότητα, που αποτελεί θεμέλιο για ένα ισχυρό επαναστατικό κίνημα και στην οριζοντιότητα, που αποτελεί θεμέλιο της κοινωνικής απελευθέρωσης.
«Το τίμημα του οράματος»
«Τον Χρίστο Δαγκλή τον πρωτογνώρισα στην εξορία, … Πριν από λίγες μέρες είχα τη χαρά να δω στο σπίτι του, το σύνολο εκείνης της εργασίας του …»
Γιάννης Ρίτσος, Οκτώβρης 1988
Στον αριθμό 74 της Καλλιδρομίου στα Εξάρχεια ζούσε μέχρι τον Μάη του 2016 η ηθοποιός Φρατζέσκα Ιακωβίδου. Με τον θάνατό της τελευταίας κατοίκου, το κτίριο έμεινε άδειο και αφρόντιστο μέχρι τη στιγμή της κατάληψής του από ένα συλλογικό σώμα. Απότιστο χώμα έξω, σκόνη μέσα.
Στο ίδιο κτίριο ζούσε και εργαζόταν μέχρι τον θάνατό του το 1991 ο αγωνιστής ζωγράφος και χαράκτης Χρίστος Δαγκλής. Στο έργο του αποτύπωσε κομμάτια της αντιστασιακής ιστορίας του ελλαδικού χώρου, όπως την είχε βιώσει κι ο ίδιος ως μαχητής και καλλιτέχνης του αντιφασιστικού αγώνα, ως μελλοθάνατος στο Γουδή το ’44 και από το ’46 μέχρι το ’56 ως εκτοπισμένος σε Ικαρία, Λήμνο, Μακρόνησο και Άη Στράτη. Ο Δαγκλής δεν πούλησε ποτέ τους πίνακές του. Από τον θάνατό του μέχρι τη μέρα που ξαναμπήκε ζωή στο κτίριο, εκατοντάδες έργα, ένας πλούτος της ιστορίας του αγώνα, έμενε παραμελημένος και αφύλακτος κάτω από την σκόνη.
Η κατάληψη ανέλαβε από το πρώτο λεπτό και περιφρούρησε με ευθύνη την εγκαταλελλημένη αγωνιστική κληρονομιά, μέχρι την μεταφορά της σ’ ένα ανοιχτό μουσείο (του Δήμου Ιωαννιτών, απ’ όπου καταγόταν ο Δαγκλής), που κατέχει κεφάλαια για την προστασία και την συντήρηση των έργων. Η κατάληψη του κτιρίου οδήγησε στην άμεση απόδοση του έργου του αγωνιστή Δαγκλή στο κοινό, με την ευθύνη ορισμένων συγγενικών του προσώπων τα οποία έδειξαν μια έγνοια. Από την στιγμή που ξεκίνησε η κατάληψη GARE, ότι κι αν αντιμετώπιζε, θα διασφάλιζε ότι αυτός ο κοινός πλούτος δεν θα έπεφτε σε χέρια επιτήδειων, νόμιμων ή παράνομων, που θα αμαύρωναν την παρακαταθήκη του αγωνιστή, μετατρέποντάς την σε εμπόρευμα.
Το καλλιτεχνικό έργο του αγωνιστή τέθηκε ως πρώτο σοβαρό ζήτημα διαχείρισης για την κατάληψη. Και ολοκληρώθηκε αποτελεσματικά. Πέραν τούτου, η οργάνωση της διαχείρισης του κτιρίου για την κάλυψη ριζοσπαστικών κοινωνικών αναγκών βρήκε εξαρχής μπροστά της κι άλλα διλλήματα τα οποία κληθήκαμε να απαντήσουμε.
Μόλις έγινε γνωστή η ύπαρξη της κατάληψης, εμφανίστηκε ένα σύνολο συγγενών διάφορων βαθμών της τελευταίας κατοίκου και ιδιοκτήτριας, δηλώνοντας δικαιούχοι. Η GARE τους υποδέχτηκε, τους εξήγησε τα πολιτικά-κοινωνικά χαρακτηριστικά και τις προτάσεις του εγχειρήματος και άνοιξε διάλογο μαζί τους. Μάλιστα, με πρωτοβουλία της συνέλευσης διερευνήθηκε η πιθανότητα να υπήρχαν άνθρωποι συνδεδεμένοι με την οικογένεια της τελευταίας ιδιοκτήτριας, οι οποίοι να είχαν ανάγκη στέγασης. Το ενδεχόμενο διάθεσης ενός μέρους του κτιρίου ή και μετεγκατάστασης της GARE σε νέα κατάληψη, ούτως ώστε να ολοκληρωθεί μια ήδη δρομολογημένη στέγαση, ήταν στοιχείο του αρχικού σχεδίου και συζητήθηκε με τους εμφανιζόμενους ως κληρονόμοι. Θα αποδεχόμασταν ακόμα και να αφήσουμε το κτίριο προς εκμετάλλευση, αν αυτό το εισόδημα ήταν ο μοναδικός πόρος διαβίωσης για κάποιον υπερήλικα.
Διαπιστώσαμε, αφού συνομιλήσαμε ελεύθερα, ότι δεν υπήρχε άνθρωπος που να είχε εξαρτήσει την στέγασή του απ’ αυτό το σπίτι, ούτε κάποιος μη δυνάμενος να εργαστεί ο οποίος να είχε βασική ανάγκη ένα εισόδημα από αυτό. Συναντήσαμε ένα πλήθος επίδοξων ιδιοκτητών και νέων οικιστών-παραθεριστών που απευθύνονταν στο σώμα της κατάληψης εξατομικευμένα, με υπερχειλίζουσα αλαζονία. Οι φράσεις «Εγώ είμαι ο ιδιοκτήτης!» και «Θα κάνω ότι θέλω με το σπίτι μου!» εκτοξεύονταν με περισσή ευκολία, από διαφορετικά πρόσωπα. Ξαφνικά, μόλις άνοιξε το κτίριο εγέρθηκε η πρόθεση να αναπαλαιωθεί. Υποδεχτήκαμε μηχανικούς που πατούσαν το πόδι τους για πρώτη φορά και συγγενείς που δεν είχαν ζήσει ποτέ εκεί, αλλά ξαφνικά θυμήθηκαν την ιστορία του Δαγκλή και την οικογενειακή θαλπωρή. Με πλεόνασμα φιλανθρωπικών αισθημάτων, τους έβρισκε σύμφωνους η στέγαση προσφύγων σε άδεια κρατικά κτίρια, αλλά η παρέμβαση στην ιδιοκτησία και μάλιστα, για την κάλυψη πιο σύνθετων κοινωνικών αναγκών, τους φαινόταν παραλογισμός. Η τελευταία λέξη σ’ αυτούς τους θεατρικούς διαλόγους ήταν η δαμόκλειος σπάθη της αστυνομικής εισβολής.
Το συλλογικό σώμα της κατάληψης διαχειρίστηκε τις απαιτήσεις και τα αιτήματα που της τέθηκαν με την πλέον σφαιρική κοινωνική οπτική. Γι’ αυτό ακριβώς, εξέτασε όλα τα ζητήματα έχοντας ως σημείο προσανατολισμού της την συμβολή στην ενδυνάμωση του ανοιχτού οριζόντιου κινήματος για την κοινωνικοποίηση των πάντων και ως βασικό κριτήριο το συμμετοχικό κι εξισωτικό δίκαιο.
Το κληρονομικό δικαίωμα αποτελεί βασικό ιστορικό παράγοντα για την συσσώρευση κεφαλαίου και την συγκρότηση της κορυφής της αστικής τάξης με την μορφή προσωποπαγών ολιγαρχειών. Τα αστικά τζάκια διαπραγματεύονται την συγκυριαρχία με τον κρατικό μηχανισμό, με τους πιο ωμούς όρους. Τα αριστερά εξαυτών, συχνά υπερέχουν σε ελιτισμό και αυταρχισμό, καλυπτόμενα πίσω από την βιτρίνα του προοδευτισμού.
Από τις απαρχές του σοσιαλιστικού κινήματος, το κληρονομικό δικαίωμα έχει χάσει τις αξιώσεις δικαίου. Το εργατικό κίνημα του 19ου αιώνα και οι αναρχικοί στοχαστές προέτασσαν την κατάργησή του ως απαραίτητη συνθήκη ισότητας. Το Μανιφέστο των Μαρξ-Ένγκελς περιλάμβανε την κατάργηση του κληρονομικού δικαιώματος ως το τρίτο από ένα σύνολο δέκα μέτρων που ήταν εφαρμόσιμα το 1848, για την «κατάκτηση της δημοκρατίας», «το πρώτο βήμα στην εργατική επανάσταση». Εμείς σήμερα παίρνουμε θέση μάχης απέναντι στην διαιώνιση της κατοχής των κοινωνικών πόρων μέσω του ενδοαριστοκρατικού κλήρου. Την ίδια στιγμή, η κατάληψη GARE ως συλλογικά ανακτημένος χώρος, τίθεται στην διάθεση του κινήματος για την κοινωνική αυτοδιεύθυνση.
Τα Εξάρχεια στα Δεκεμβριανά του 1944 ήταν ένα κέντρο αντίστασης και πεδίο μάχης. Υπάρχουν ακόμα κτίρια που δείχνουν τα τραύματά τους από τα πολυβόλα των μοναρχοφασιστών. Υπάρχουν και τραυματισμένα κτίρια στα οποία τα σημάδια της μνήμης έχουν κρυφτεί κάτω από τη λάσπη της ανακαίνισης και της αξιοποίησης. Τα ιδιοτελή αστικά δικαιώματα καταστρέφουν την κοινή ιστορία, τις παρακαταθήκες των φτωχών μαχητών σαν τον Δαγκλή.
Το σπίτι του Χρίστου Δαγκλή τότε, όπως μαρτυρούν συγγενείς του, που σήμερα επικαλούνται τη νομιμότητα, ήταν αντιστασιακή βάση, ένα κούγκι φορτωμένο όπλα. Η συνέχιση της ιστορίας του σπιτιού πέφτει στις πλάτες των ζωντανών εγχειρημάτων αγώνα που από σήμερα μπορούν να στεγαστούν εδώ. Η κληρονομιά που μας αφήνει ο κάθε στρατευμένος καλλιτέχνης είναι η ανυποχώρητη πάλη.
«Ένας τοίχος άσπρος πιο πρόσφατα σφηνωμένος στη μνήμη,
αίμα νωπό, φως τραγικό»
(Από παρουσίαση του έργου του Χρίστου Δαγκλή)
Η κατάληψη GARE μπήκε πολύ σύντομα στο στόχαστρο των κρατικών μηχανισμών. Ένα δημοσίευμα της εφημερίδας Καθημερινή (28/10), της ναυαρχίδας των media της δεξιάς, είναι αποκαλυπτικό: Οι συντάκτες αναφέρονται λεπτομερώς στην πολιτική τοποθέτηση του εγχειρήματος, τονίζοντας την πρόταση «αγώνα ενάντια στο κράτος και τον καπιταλισμό» κι αναγνωρίζοντας ένα «πλαίσιο συνολικού σχεδίου». Η σύνδεση με την αγωνιστική ιστορία των Εξαρχείων, η σταθερή και μαζική παρουσία ανθρώπων μέσα στη νέα κινηματική εστία και η πολιτική-οργανική σύνδεσή της με άλλες καταλήψεις στο συγκεκριμένο έδαφος, φαίνεται ότι ενοχλούν τα αντεπαναστατικά επιτελεία. Η κινηματική διαμόρφωση ενός πλέγματος αυτοοργανωμένων μαχητικών ριζοσπαστικών δομών μέσα στον μητροπολιτικό χώρο, τρομάζει τους κρατιστές.
Γι’ αυτό, τα κρατικά φερέφωνα αντιστρέφουν τον κοινωνικό χαρακτήρα των καταλήψεων και διαστρεβλώνουν την θεμελιακή προϋπόθεση ύπαρξής τους, την αυτοπεριφρούρησή τους. «Τα παράθυρα είναι πάντα ερμητικά κλειστά, ενώ τα κτίρια συχνά οχυρώνονται με σιδεριές. Φυσικά η είσοδος απαγορεύεται σε όσους δεν ανήκουν στο “κίνημα”». Επιδιώκοντας την απαξίωση και στη συνέχεια την απομόνωση των εστιών αγώνα, αποσκοπούν στην αποδυνάμωσή τους απέναντι στην κρατική και παρακρατική καταστολή.
Οι χώροι αγώνα οχυρώνονται για να προστατέψουν το κοινωνικό έδαφος από την κρατική ισοπέδωση. Πρακτικά, η φυσική θωράκισή τους αποτελεί μέτρο αυτοάμυνας απέναντι στις φασιστικές επιθέσεις, που εντάθηκαν τους προηγούμενους μήνες. Η στοχοποίηση της αυτοπεριφρούρησης των εστιών αγώνα, όπως εκφράστηκε από μια αστική φυλλάδα, επιχειρεί να νομιμοποιήσει την φασιστική δράση.
Η κρατική και η παρακρατική τρομοκρατία βαδίζουν χέρι-χέρι. Η καλοκαιρινή βίαιη εκκένωση τριων μεταναστευτικών καταλήψεων στην Θεσσαλονίκη (Ορφανοτροφείο, Χουρίγια και Μανδαλίδειο) αποτέλεσε το έναυσμα για την δολοφονική εμπρηστική επίθεση στην κατάληψη Νοταρά στα Εξάρχεια. Η πρόσφατη αποτυχημένη εμπρηστική απόπειρα στην κατάληψη Λέλας Καραγιάννη στην Κυψέλη, είχε την συνέχειά της με την σύλληψη και δίωξη ενός αλληλέγγυου αγωνιστή κατά την διάρκεια αφισοκόλλησης στην Πλ.Αμερικής. Η προχθεσινή πρόκληση των φασιστών απέναντι στην περιφρούρηση των Προσφυγικών Αλεξάνδρας, συνοδεύτηκε από την εισβολή των μπάτσων στην γειτονιά, την σύλληψη, τον βασανισμό και την δίωξη δυο αγωνιστών.
Προκειμένου να εκβιάσουν την σύσταση μιας λυκοσυμμαχίας ενάντια στις καταλήψεις, τα παπαγαλάκια προβοκάρουν το αστικό στρατόπεδο: Καταγγέλουν την αστυνομία ότι «παρατηρεί αμέτοχη», στρώνοντας έτσι το έδαφος για εκτελεστικές υπερβάσεις των θεσμικών κανόνων, που συνήθως επιχειρείται να νομιμοποιηθούν με προσχηματικές υποθέσεις. Στη συνέχεια εκτοξεύουν μια αφηρημένη απειλή προς τους ιδιοκτήτες, με «ένα χρονικό περιθώριο», μετά το οποίο υπονοείται ότι θα τους καταλογιστούν ευθύνες. Η επικρεμάμενη κατηγορία κορυφώνεται στην τελευταία φράση του άρθρου, με μια συκοφαντία εναντίον και των δυο υποκειμένων που συναντιούνται πάνω στην κατοχή και την χρήση του εδάφους: Οι «φαιρόμενοι ως ιδιοκτήτες (φαιρόμενοι, γιατί αν οι ίδιοι δεν συντάσονται με την κρατική βία, δεν αναγνωρίζονται από την τάξη τους) φαίνεται να μην αντιδρούν, καθώς εικάζεται ότι οι καταληψίες καταβάλλουν κρυφά χρηματικό αντίτιμο για τη χρήση των κτιρίων που σε διαφορετική περίπτωση δεν θα ήταν δυνατό να αξιοποιηθούν από τους ιδιοκτήτες τους λόγω του μεγάλου κόστους συντήρησης». Στην καθεστωτική αφήγηση δεν υπάρχει ζωή έξω από το χρήμα. Στον καπιταλισμό η ιδιοκτησία οφείλει να παράγει κέρδος. Και για μην χάνουν οι ιδιωτεύοντες πολίτες τον προσανατολισμό τους, τους υπενθυμίζεται δημοσίως ότι δεν μπορούν να είναι τίποτα παραπάνω από σκλάβοι του χρήματος. Τρομοκρατία σε εχθρούς και «φίλους», καταναγκαστική συλλογική ευθύνη, στρατολόγηση στον πόλεμο της κυριαρχίας, να το πρόσωπο του ολοκληρωτισμού που δεν διστάζει να ελεεινολογήσει τον δικό του κόσμο των προνομίων, για να επιτεθεί στον κόσμο της ελευθερίας και της αλληλεγύης.
Η στοχοποίηση της GARE, με οποιοδήποτε τρόπο, συντάσσεται στο στρατόπεδο της αστικής και φασιστικής αντίδρασης. Το κρατικό και ιδιωτικό πλιάτσικο οχυρώνεται πίσω από πραιτοριανούς και σβάστιγκες. Το δίλλημα είναι ανυπέρβλητο: Ή με το νέο κόσμο του αγώνα. Ή με τον αστικό κανιβαλισμό.
Οργάνωση εδάφους ενάντια στον κόσμο της εξουσίας
Η ισχυρότερη οχύρωση των αντιστασιακών εγχειρημάτων είναι η μαχητική δυναμική τους και το κοινωνικό έρεισμά τους. Ανοίγοντας μια ξεχασμένη πόρτα στην Καλλιδρομίου 74, είδαμε λίγο πιο μακρυά τους ορίζοντες του αγώνα σ’ αυτό το έδαφος. Ήρθε η ώρα να στρώσουμε τις νέες διαδρομές.
Από σήμερα ξεκινάμε την οργάνωση της λειτουργίας του χώρου ως εστία πολιτικής και κοινωνικής συνάντησης, αυτοσυγκρότησης και αυτοδιεύθυνσης. Οι ανάγκες που θέλουμε να στεγάσουμε δεν περιορίζονται στο δικαίωμα της κατοικείας και της τροφής. Το παρόν και το μέλλον ανήκουν στην προλεταριακή φαντασία.
Ξεκινάμε μια καινούρια πολιτική και ακολούθως διαχειριστική συνέλευση για την κατάληψη. Προσκαλούμε συλλογικά εγχειρήματα που τοποθετούνται έξω και ενάντια στους εξουσιαστικούς θεσμούς να στεγάσουν τις δραστηριότητές τους στην GARE, μ’ένα πνεύμα συναποδοχής και συνδιαμόρφωσης. Προσκαλούμε συλλογικότητες αγώνα και συναγωνιστές να αξιοποιήσουν την διαθέσιμη εστία στην κατεύθυνση της συνοργάνωσης ενός ελευθεριακού επαναστατικού κινήματος.
Από σήμερα μπαίνει σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα εργασιών για τον καθαρισμό και την διαμόρφωση του χώρου, ώστε να υπηρετήσει τους σκοπούς του εγχειρήματος. Παράλληλα, συνεχίζουμε να περιφρουρούμε την κατάληψη απέναντι σε κάθε απειλή.
ΕΚΚΙΝΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΣΤΙΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ
ΝΑ ΓΚΡΕΜΙΣΟΥΜΕ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
________________________________________
Αναρχική Συλλογικότητα για την Μαχητική Προλεταριακή Ανασυγκρότηση