Για την δολοφονία του Θανάση Καναούτη

Τ’ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙ ΜΙΣΘΟΦΟΡΟΙ ΤΟΥΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΝ

O 19χρονος Θανάσης Καναούτης έπεσε νεκρός επειδή δεν πλήρωσε στο κράτος για να χρησιμοποιήσει ένα δημόσιο μέσο μεταφοράς. Η δολοφονία του αποτελεί αποκαλυπτικό σημείο της εντεινόμενης οικονομικής και κατασταλτικής επίθεσης από τη μεριά του κράτους και των αφεντικών. Η ολοκληρωτική λεηλασία της ζωής μας μέσω των φοροληστρικών επιδρομών, της εκμηδένισης των μισθών, της ραγδαίας αύξησης της ανεργίας, και της γενικευμένης εμπορευματοποίησης ολοένα και πιο ζωτικών πτυχών της καθημερινότητας (υγεία, ρεύμα, νερό, ελεύθεροι χώροι κτλ) πολλαπλασιάζει τα κέρδη των αφεντικών. Ταυτόχρονα, η μαζική εξαθλίωση είναι απόπειρα επισφράγησης του εκμεταλλευτικού καθεστώτος: «Πληρώνω για τα πάντα, ελέγχομαι παντού, υποτάσσομαι σιωπηλά, εξοντώνομαι όταν προσπαθώ να διαφύγω τον έλεγχο».

Το γεγονός της δολοφονίας αυτής είναι μια στιγμή του εξοντωτικού πογκρόμ που έχει εξαπολύσει το κράτος με τους ελεγκτικούς και διωκτικούς του μηχανισμούς ενάντια στο μεγάλο πλήθος αυτών που περνούν το αόρατο σύνορο της φτωχοποίησης και της περιθωριοποίησης. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι επιχειρήσεις «Ξένιος Δίας», οι φασιστικές συμμορίες, η ολοκληρωτική αστυνόμευση των ζωών μας και η εργασιακή τρομοκρατία στοχεύουν σε όποιον κάθε φορά φαίνεται πιο αδύναμος για να χτυπήσουν μέσω της πολυδιάσπασης και της απομόνωσης συνολικά την κοινωνία.

Η αποθράσυνση όλων των μηχανισμών καταστολής και ελέγχου (κρατικών και ιδιωτικών), των μπάτσων, των δημοτόμπατσων, των security, ακόμη και του τελευταίου ελεγκτή είναι αποτέλεσμα του ρόλου που τους έχει δοθεί από τα αφεντικά. Δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά που οφείλονται στο τυχαίο ή στην προσωπικότητα του κάθε μπάτσου ή ελεγκτή, αλλά πρόκειται για τις ίδιες τις φονικές συνέπειες ενός συστήματος εκμετάλλευσης που επιχειρεί να θωρακίσει την κυριαρχία του πάνω στους καταπιεσμένους. Σε μια εποχή γενικής εξαθλίωσης αυτοί που παίρνουν θέση μισθοφόρου δίπλα στα αφεντικά ως ελεγκτές και διώκτες, είναι οι γενίτσαροι των αστών, οι άθλιοι προδότες της εργατικής τάξης, είναι τα πρόθυμα σκυλιά των αφεντικών, που για ένα κομμάτι ψωμί και ένα λιγδωμένο κόκαλο προστατεύουν τον πλούτο και την εξουσία τους. Οι σύγχρονοι κεφαλοκυνηγοί αμείβονται με μπόνους για κάθε φτωχοδιάβολο που θα παραδώσουν, για κάθε 19χρονο που θα στριμώξουν στη γωνία. Και όταν σκοτώνουν όποιον, όταν και όπου αντισταθεί στο ναρκοπέδιο που έχουν φυτέψει στις πόλεις και στις γειτονιές μας, προστατεύονται από όλους τους θεσμικούς μηχανισμούς (δικαστές, πολιτικούς, ΜΜΕ, μπάτσους) με απόλυτη ασυλία.

Η δολοφονία του Θανάση Καναούτη είναι μαχαίρι στην καρδιά της τάξης μας. Αυτό έγινε αντιληπτό από την τοπική κοινωνία, και ιδιαίτερα από τη νεολαία του Περιστερίου, που αγκάλιασε τον αδικοχαμένο Θανάση, βγήκε στους δρόμους ενάντια στον εφησυχασμό και επιτέθηκε σε οικονομικούς στόχους και κατασταλτικές δυνάμεις, επιχειρώντας να δώσει στην εκδικητική οργή χαρακτηριστικά ρήξης με τους θεσμούς των αφεντικών.

Η καταστολή της πορείας που ακολούθησε την κηδεία του Θανάση, οι φασιστικού τύπου προσαγωγές αγωνιστών που διαδήλωναν μπροστά από το σημείο της δολοφονίας, όσο και η στρατιωτική κατοχή όλο αυτό το διάστημα στους δρόμους και τις πλατείες του Περιστερίου (ΜΑΤ, ΔΙΑΣ, ΔΕΛΤΑ κτλ) έδειξαν ξεκάθαρα τον τρόμο του κράτους απέναντι στο φάντασμα της γενικευμένης προλεταριακής εξέγερσης. Γιατί οι αντιδράσεις που προκάλεσε η δολοφονία με τον τρόπο που εδαφικοποιήθηκαν συλλογικά και κοινωνικά μέσα στη γειτονιά, φέρουν μέσα τους τη δυναμική της επανενοποίησης του πολυδιασπασμένου κοινωνικού ιστού, άμεσα και συγκρουσιακά. Γιατί είναι οι αγώνες που βρίσκουν την ενότητα μέσα από τα ανατρεπτικά προτάγματά τους και εκδηλώνονται στο εδώ και στο τώρα, εκεί που ζούμε, όταν στεκόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλο και απαιτούμε να πάρουμε τα πάντα πίσω, οι αγώνες αυτοί που προετοιμάζουν την ταξική αντεπίθεση στα χρυσά παλάτια της αστικής τάξης.

Εκεί που η καταπίεση και η καταστολή συμπυκνώνονται, οι «μικρές» αλλά οριακές αφορμές μπορούν να μετατραπούν σε αιτίες πολέμου. Είναι οι «μικρές» αυτές αφορμές που προκάλεσαν τους Δεκέμβρηδες, την αραβική άνοιξη, τα εξεγερσιακά κινήματα της Λ. Αμερικής και τις φωτιές που ξεκίνησαν από την Τακσίμ και απλώθηκαν σε όλη την τουρκία . Η κοινωνική επανάσταση κυοφορείται και κλωτσά ανυπόμονα να γεννηθεί μέσα στις γειτονιές μας, μέσα στις προλεταριακές οργανώσεις βάσης, μέσα στις συνελεύσεις γειτονιάς και τις τοπικές αντιστάσεις, που είναι τα ζωντανά κύτταρα, οι οικοδόμοι ενός καινούργιου κόσμου ισότητας, αλληλεγγύης και ελευθερίας.

Να θάψουμε τους νεκροθάφτες της Ιστορίας στους τάφους που έσκαψαν για εμάς.

ΝΑ ΣΤΕΙΛΟΥΜΕ Τ’ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΣΙΡΑΚΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΠΙΟ ΒΑΘΥ ΧΑΝΤΑΚΙ

ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΤΟΥΣ ΔΟΛΟΦΟΝΗΜΕΝΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ ΜΑΣ.

ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΤΟΥΣ ΣΑΚΕΛΙΩΝ, ΤΟΥΣ ΤΟΝΤΙ, ΤΟΥΣ NDIAYE, ΤΟΥΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΥΣ,

ΟΠΩΣ ΔΕΝ ΘΑ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΣΗ ΚΑΝΑΟΥΤΗ.

ΑΜΕΣΗ ΜΑΧΗΤΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ-ΣΥΝΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΤΑΞΙΚΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ

Αναρχική Συλλογικότητα για την Μαχητική Προλεταριακή Ανασυγκρότηση